Η παραμυθένια θέαση της Αλεξάνδρας Ισακίδη
Χρήστος Μπουλώτης
Αρχαιολόγος στην Ακαδημία Αθηνών διδάσκων στην ΑΣΚΤ
Η χαμένη αθωότητα της ματιάς ξανακερδίζεται πια μόνο με την παραφορά της εύκρατης φαντασίας, που αρέσκεται το πιο πολύ να γέρνει στη ζώνη των παραμυθιών, σε αυτήν τη μαγική ζώνη όπου το λογικό εκβάλλει με φυσική ροή, αβίαστα ,στο παράλογο και το παράλογο στο λογικό, όπου χρόνος και τόπος, τα μεγέθη, το χρώμα και τα σχήματα αυτοαναιρούνται και επαναπροσδιορίζονται αυθαίρετα, με δικούς τους νόμους και θαυμαστά τερτίπια. Η χαμένη αθωότητα της ματιάς αντανακλά ευθέως τη χαμένη αθωότητα του κόσμου. Κι όσο και αν μοιάζει αποκαρδιωτική κι απαισιόδοξη μια τέτοια διαπίστωση, δεν παύει να είναι πέρα για πέρα βιωμένη αλήθεια, ιδιαίτερα στους χαλεπούς καιρούς μας, που η Φύση κακιωμένη, με το δίκιο της, στιχουργεί δυσοίωνα μηνύματα.
Πάνω σε ένα τέτοιο φόντο κινείται η τελευταία ζωγραφική δουλειά της Αλεξάνδρας Ισακίδη, που έρχεται να μας προτείνει με εκρηκτικά πολύχρωμη γραφή μια εξαγνιστική θέαση στη χαμένη αθωότητα ,θέαση και υπόμνηση συνάμα για έναν παλλόμενα παραδείσιο κόσμο, μια φύση αρχέγονα όμορφη, σαν εύθραυστο κέλυφος ζωής και ζωογόνο μήτρα. Με υγρή λυρικότητα, που απορρέει πρώτιστα από τις θεματικές επιλογές της και επιτείνεται από την αποκλειστική χρήση ακουαρέλας και διακριτικά, λαδοπαστέλ, το οποίο προσποιείται όμως και αυτό τις τεχνικές ακουαρέλας, στήνει εικόνες άλλοτε δοξαστικά πανοραμικές κι άλλοτε εστιασμένες σε μικρά στιγμιότυπα και λεπτομέρειες, από πού εξοβελίζεται παντελώς η ανθρώπινη μορφή. Λες και μέσα σε αυτή την πρωτεϊκή ομορφιά ,την αμόλυντη, ο άνθρωπος τιμωρημένος δεν έχει πια θέση, ως ον επικίνδυνα αλόγιστο και άμετρο, ως αυτουργός μιας βέβηλης απώλειας. Η ανθρώπινη παρουσία δεν υπονοείται ούτε καν συνδηλωτικά. Δεν το αξίζει. Έτσι, μέσα σε ένα τέτοιο παρθένο σκηνικό, με γαλήνια νερά, με διεκδικητικά της ομορφιάς φυτά και μουσικούς αντίκαθρεφτισμούς, που παίζουν πιο πολύ σε πράσινο και μπλε, έχεις την αίσθηση ότι ο χρόνος πορεύτηκε ανάδρομα, πως ο τόπος γίνεται ονειρική ουτοπία , με τη φύση να φθέγγεται την πιο καλή της ώρα, αλλά συνάμα και το χαμένο αρχετυπικό της όραμα. Από δω μέχρι το ξετύλιγμα της κόκκινης κλωστής των παραμυθιών η απόσταση, θαρρείς, εκμηδενισμένη. Η Ισακίδη ή υποσυνείδητα ζωγράφισε μια παραμυθένια αλήθεια, υποκατάστατη και διορθωτική, για την ακρίβεια ένα ιδανικό σκηνικό, για να εισβάλει και να ιερουργήσει η φαντασία. Μπορεί η υποψιασμένη και ευαίσθητη ματιά της να γοητεύεται ενίοτε από τα θαυμαστά του μικρόκοσμου και να ξεστρατίζει κάπου ο χρωστήρας της φυσιοδιφικά, ωστόσο δεν χάνει ποτέ την παραμυθένια χροιά του και, πάντως, τη μεστή ζωγραφικότητα του. Γιατί πώς να μην μας οδηγήσουν οι συνειρμοί στη χώρα των παραμυθιών βλέποντας, λόγου χάρη, τους βατράχους που όλο και ξεπηδούν επίμονα μέσα στα έργα της; Kαι δεν μπορεί, λες, κάποιος από όλους αυτούς θα είναι ο μαγεμένος πρίγκιπας. Από κάπου, λες, θα εμφανιστεί για να λουσθεί στα κρυστάλλινα νερά η καλή νεράιδα ή η τοσοδούλα, για να κουρνιάσει αυτή στο κάλυκα κάποιου άνθους. Πράγματι, οι εικόνες της προσκαλούν τον αποδέκτη τους συμμετοχικά σε ένα μυθοπλαστικό παιχνίδι, ανοιχτό και ατέρμονο. Εκείνος θα γράψει νοερά το δικό του κείμενο σε αυτές τις φανταστικές εικόνες που αποπνέουν ονειρική φρεσκάδα, καθότι πλασμένες με τους καλούς χυμούς του θυμικού. Εικόνες φυγής ; Εντέλει, ναι! Όψεις και απόψεις υπομνηστικές μιας χαμένης αθωότητας.
Για να κατανοήσει όμως κανείς καλύτερα τη συνέπεια και την αλήθεια των θεματικών όσων και ζωγραφικών προθέσεων της Ισακίδη, ανάγκη να ανατρέξει στο αμέσως προηγούμενο θεματικό της κύκλο που, αν και μοιάζει εκ πρώτης όψεως ασύμβατος με τον τωρινό, είναι ωστόσο οι δυο τους συμβολικά ομόκεντροι, στη διαλέγονται παραπληρωματικά. Ομοίως και εκεί μια άλλη χαμένη αθωότητα, η αγιοσύνη της υπέρ πατρίδας, που είναι τα παιδικά μας χρόνια, δοσμένη πάλι με σκηνική διάθεση, τουτέστιν με παιδικά δωμάτια και παιχνίδια χωρίς και εκεί τη φυσική παρουσία ανθρώπινης μορφής. Τα παιδιά μεγαλώνουν, τα παιδιά φεύγουν για το βίαιο κόσμο των ενηλίκων, στα παιδικά δωμάτια και πάνω στα παιχνίδια τους μένουν τα δακτυλικά αποτυπώματα παραμυθιών και φαντασίας. Η Αλεξάνδρα Ισακίδη αρνείται την απώλεια της πρώτης αθωότητας, του αγνού και μαγικού, της φαντασίας, για αυτό και οι επίμονες επιστροφές του χρωστήρα της στην καθαρότητα της παιδοσύνης στην παραμυθένια όψη της φύσης. Η Αλεξάνδρα Ισακίδη λαλεί τη γλώσσα της νοσταλγού.
Χρήστος Μπουλώτης
Αρχαιολόγος στην Ακαδημία Αθηνών διδάσκων στην ΑΣΚΤ